-Η ένταση μεταξύ Ελλάδας – Κύπρου και Τουρκίας τείνει να πάρει απρόβλεπτες διαστάσεις και να προκαλέσει επικίνδυνη αποσταθεροποίηση σε ολόκληρο το ευρασιατικό γεωπολιτικό οικοδόμημα.
-Η Τουρκία μπορεί να οδηγηθεί σε πολεμική δράση μόνο και μόνο για λόγους γοήτρου.
-Ένας παράγοντας που μπορεί να την τιθασεύσει είναι πιθανώς η κάθοδος της Ρωσίας στην Ανατολική Μεσόγειο…
Γράφει ο δρ. Κωνσταντίνος Γρίβας
Η κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στο ελληνοτουρκικό σύστημα τον ...
τελευταίο καιρό είναι μοναδική στη σύγχρονη ελληνική ιστορία. Η ιδιαιτερότητά τα έγκειται στο ότι η ελληνοτουρκική αντιπαράθεση καθίσταται εξαιρετικά πολύπλοκη και περιλαμβάνει πλέον πολλούς δρώντες, επηρεάζοντας σημαντικά το διεθνές σύστημα.
Κατ’ αρχάς, μία ενδοΝΑΤΟϊκή σύγκρουση, όσο περιορισμένη κι αν είναι, θα προκαλούσε τρομακτικούς κραδασμούς στη συνοχή της Συμμαχίας κα ουσιαστικά θα την έθετε σε καθεστώς ανυπαρξίας, έστω και για ένα εξαιρετικά μικρό χρονικό διάστημα.
Συγκεκριμένα, μία σύγκρουση μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, για το διάστημα που θα βρισκόταν εν εξελίξει, θα περιόριζε μέχρι εξαλείψεως τη δυνατότητα του ΝΑΤΟ να παίρνει συλλογικές αποφάσεις και, κατά συνέπεια, θα μείωνε δραστικά την αποτρεπτική του ικανότητα. Δεδομένης της οξυμμένης κατάστασης που υπάρχει μεταξύ Δύσης και Ρωσίας, η οποία φαίνεται πως θα επιδεινωθεί στο άμεσο μέλλον, το γεγονός αυτό θα μπορούσε να έχει απρόσμενα μεγάλες συνέπειες.
Μεταξύ άλλων, αυτό το κενό στη δομή και λειτουργία του ΝΑΤΟ θα μπορούσε να προσφέρει στη Μόσχα ένα παράθυρο ευκαιρίας, έτσι ώστε να επέμβει στρατιωτικά στην Ανατολική Ουκρανία και να επιλύσει τη διαμάχη εκεί προς το συμφέρον των Ρώσων, φέρνοντας τη Δύση προ τετελεσμένων γεγονότων.
Και αν θα θέλαμε να αφήσουμε ελεύθερη τη σκέψη μας, παρόμοια επέμβαση θα μπορούσε να συμβεί στα πιο αδύνατα σημεία ακόμη και του ίδιου του ΝΑΤΟ, με προεξάρχουσες φυσικά τις Βαλτικές Δημοκρατίες, τη Λετονία, την Εσθονία και τη Λιθουανία. Φυσικά, το παράθυρο αυτό μπορεί να είναι εξαιρετικά μικρό. Μπορεί να μην ξεπερνά τις δύο ημέρες ή και λιγότερο. Όμως, ας αναρωτηθεί κανείς πόσες ώρες χρειάζεται ο ρωσικός στρατός ώστε να ξεκαθαρίσει τα πράγματα στην Ανατολική Ουκρανία ή να καταλάβει τις μικροσκοπικές Βαλτικές Δημοκρατίες. Ώρες και όχι μέρες…
Ακόμη κι αν κάτι τέτοιο δεν συμβεί και οι ρώσοι αγνοήσουν ή δεν προλάβουν να αξιοποιήσουν αυτό το παράθυρο ευκαιρίας, η μακροπρόθεσμη ζημιά που θα γίνει στο ΝΑΤΟ θα είναι επίσης σημαντική, μειώνοντας ακόμη περισσότερο την ήδη επικίνδυνα μειωμένη του αξιοπιστία και συνεπακόλουθη αποτρεπτική του ικανότητα. Πολύ απλά, πόσο σοβαρά θα μπορεί να παίρνει κανείς μία ήδη αποδυναμωμένη συμμαχία, της οποίας τα μέλη εμπλέκονται σε πολεμική αναμέτρηση μεταξύ τους;
Αδυναμία των ΗΠΑ να παρέμβουν
Εδώ, βέβαια, κάποιος τοπικός εκπρόσωπος του λατρευτικού αντι-αμερικανισμού, που κυριαρχεί στην ελληνική κοινωνία, θα έχει μάλλον ήδη έτοιμη την απάντηση ότι «δεν θα επιτρέψουν οι αμερικανοί μία ελληνοτουρκική αντιπαράθεση». Όμως, όσοι επιμένουν σε παρόμοιους αφορισμούς, ας μπουν στον κόπο να αναρωτηθούν τι ακριβώς θα μπορούσαν να πράξουν οι Ηνωμένες Πολιτείες για να αποτρέψουν παρόμοια εξέλιξη.
Ο γράφων έχει ακούσει κατά καιρούς διάφορες απόψεις και θεωρίες που υποστηρίζουν ότι οι αμερικανοί θα μπορούσαν ακόμη και να επιτεθούν στην Ελλάδα με στρατιωτικά μέσα αν δεν πειθαρχήσει στις εντολές τους. Δηλαδή, σύμφωνα με την άποψη αυτή, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα επιτεθούν στρατιωτικά σε μία συμμαχική χώρα και μέλος της Ε.Ε. και, κατά συνέπεια, θα τινάξουν ολοκληρωτικά στον αέρα τις δομές ασφάλειας του Δυτικού Κόσμου, του ίδιου του ΝΑΤΟ συμπεριλαμβανομένου, αφήνοντας απόλυτα πλέον ελεύθερους τους Ρώσους να αλωνίσουν στην Ευρώπη…
Ακόμη και ο γράφων, που δεν έχει και την καλύτερη αντίληψη όσον αφορά την αμερικανική στρατηγική σκέψη κα πιστεύει ακράδαντα ότι οι ΗΠΑ πάσχουν διαχρονικά από ένα είδος γεωπολιτικού κρετινισμού, δεν τους θεωρεί τόσο, μα τόσο, ανόητους.
Επίθεση στη Κύπρο σημαίνει και επίθεση εναντίον του Ισραήλ και της Αιγύπτου
Η κατάσταση στο ελληνοτουρκικό ζήτημα καθίσταται ακόμη πιο επικίνδυνη και ανεξέλεγκτη, ακριβώς γιατί στη δυναμική που έχει δημιουργηθεί εμπλέκονται και άλλα κράτη, εκτός ΝΑΤΟ, αλλά σημαντικά για την αρχιτεκτονική ασφάλειας της Δύσης. Το πρώτο από αυτά είναι, φυσικά, η Κυπριακή Δημοκρατία. Η τελευταία είναι μικρή, αλλά ιδιαίτερα σημαντική για την ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης στο μέλλον, για λόγους που ξεφεύγουν από το περιορισμένο πλαίσιο αυτού του κειμένου. Ας περιοριστούμε στο ότι είναι μια χώρα της Ε.Ε., η οποία ΕΕ έστω και με μεγάλη απροθυμία, θα αναγκαστεί να κάνει κάτι για να την καλύψει. Αν μη τι άλλο, θα εκδώσει κάποιο ψήφισμα και κάποια διαμαρτυρία.
Όμως, οι περισσότερες σημαντικές ευρωπαϊκές χώρες είναι και μέλη του ΝΑΤΟ, άρα η περιορισμένη και ανώδυνη ευρωτουρκική σύγκρουση που θα προκύψει ώστε να «στηριχθεί» η Κύπρος, περνώντας στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, μπορεί να μεταλλαχθεί σε έναν επικίνδυνο παράγοντα επιβράδυνσης της λειτουργίας της Συμμαχίας και, κατά συνέπεια, και μείωσης της αποτρεπτικής δράσης έναντι των Ρώσων στην Ουκρανία ή και αλλού.
Μετά είναι το ζήτημα του Ισραήλ. Το τελευταίο, σε αντίθεση με διάφορες υπεραισιόδοξες απόψεις στην Ελλάδα, δεν φαίνεται να επιζητεί μία όξυνση της αντιπαλότητάς του με την Τουρκία. Αντιθέτως, θα ήταν ευτυχές αν μπορούσε να επιστρέψει στις χρυσές ημέρες των τουρκο-ισραηλινών σχέσεων και, κατά την άποψη του γράφοντος, αν έβλεπε ότι υπάρχει πιθανότητα να συμβεί κάτι τέτοιο, δεν θα είχε τον παραμικρό δισταγμό να πετάξει στα σκουπίδια αυτό που με μεγάλη δόση υπερβολής αναφέρεται ως «ελληνο-ισραηλινή συμμαχία».
Από την άλλη, η Τουρκία του Ερντογάν φαίνεται πώς επιδιώκει να διατηρήσει μία αντιπαλότητα με το Ισραήλ ως οργανικό στοιχείο της εσωτερικής, αλλά και της εξωτερικής της πολιτικής. Επιπροσθέτως, το Ισραήλ έχει δημιουργήσει μία σύνθετη σχέση με την Κύπρο και δεν μπορεί να την αφήσει ακάλυπτη. Φυσικά, δεν μπορεί να κάνει και σπουδαία πράγματα για να την προστατεύσει, ακόμη και αν ήθελε. Όσοι επιμένουν να διατηρούν στο μυαλό τους την εικόνα του πανίσχυρου στρατιωτικά Ισραήλ, που μπορεί να εξαλείψει τις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις περίπου για πλάκα, καλά θα κάνουν να αναθεωρήσουν τις απόψεις τους.
Κατ’ αρχάς, οι ισραηλινές ένοπλες δυνάμεις δεν είναι αυτές που ήταν. Έχουν μετατραπεί σε ένα έντονα γραφειοκρατικό καιν προσεκτικό οργανισμό, έχοντας χάσει το πνεύμα του πρωτοπόρου και την τολμηρότητα των πρώτων δεκαετιών, που οδήγησαν στις μεγάλες νίκες στους αραβοϊσραηλινούς πολέμους. Το πιο πιθανόν είναι ότι σήμερα θα δίσταζαν πάρα πολύ να εμπλακούν σε πολεμική αντιπαράθεση με την Τουρκία. Το σημαντικότερο είναι, όμως, ότι η Τουρκία με το Ισραήλ δεν γειτνιάζουν γεωγραφικά. Το μικροσκοπικό ισραηλινό Ναυτικό ελάχιστα πράγματα μπορεί να κάνει για να προσφέρει κάλυψη στην Κύπρο, αλλά και η ισχυρή Ισραηλινή Αεροπορία θα επιχειρούσε με επιχειρησιακό μειονέκτημα εκεί, σε σύγκριση με την τουρκική, λόγω των αποστάσεων. Ο δε Ισραηλινός Στρατός Ξηράς απλά δεν μπορεί να συμμετάσχει.
Από την άλλη, το Τελ Αβίβ δεν μπορεί να αφήσει και ακάλυπτη την Κύπρο. Αφ’ ενός μεν, έχει δημιουργήσει μαζί της έναν ενιαίο γεωενεργειακό χώρο, η προσβολή του οποίου θα έθιγε ζωτικά Ισραηλινά συμφέροντα. Αφ’ ετέρου δε, είναι και το ζήτημα του γοήτρου. Το Ισραήλ δεν μπορεί να αφεθεί να ταπεινωθεί από κανέναν, ιδιαίτερα από μία χώρα σαν την Τουρκία, γιατί, σε αυτή την περίπτωση, πολλές άλλες χώρες της περιοχής, που σήμερα διατηρούν ένα δέος έναντι των Ισραηλινών πολεμικών ικανοτήτων, θα έμπαιναν σε πειρασμό να υιοθετήσουν και αυτές επιθετική πολιτική εναντίον του. Με άλλα λόγια, το γόητρο είναι σημαντικό μέρος της αποτρεπτικής στρατηγικής του Ισραήλ, και αυτό σημαίνει ότι κάτι θα πρέπει να κάνει ώστε να στηρίξει την Κύπρο σε περίπτωση τουρκικής πολεμικής δράσης εναντίον της.
Ακόμη, όμως, και αν η στήριξη αυτή περιοριζόταν σε συμβολικό επίπεδο, θα προκαλούσε μία εμπλοκή της ΝΑΤΟΪκής Τουρκίας με μία μη ΝΑΤΟϊκή χώρα, που έχει όμως ιδιαίτερη θέση στη δυτική γεωστρατηγική, ιδιαίτερα δε, σε αυτή των ΗΠΑ. Και τι θα έκανε τότε το ΝΑΤΟ; Η σκέψη ότι μπορεί το ΝΑΤΟ γενικώς και οι Ηνωμένες Πολιτείες ειδικότερα, να στραφούν εναντίον του Ισραήλ για χάρη της Τουρκίας, είναι πολύ τολμηρή για να έχει σχέση με την πραγματικότητα. Στην πραγματικότητα θα είχαμε μάλλον μία αμήχανη αδράνεια. Αυτό σημαίνει ότι, σε παρόμοια περίπτωση, η δομή του ΝΑΤΟ θα υφίστατο ένα ακόμη πλήγμα, χωρίς πλέον να είμαστε σίγουροι ότι αυτό θα μπορούσε να περιοριστεί χρονικά και δεν θα οδηγούσε σε παρατεταμένη δυσλειτουργία της αποτρεπτικής του ικανότητας έναντι της Ρωσίας. Και αυτό, τη στιγμή που η ένταση μεταξύ Δύσης και Ρωσίας αυξάνει συνεχώς.
Και, φυσικά, δεν είναι μόνο το Ισραήλ. Είναι και η Αίγυπτος. Και για την ακρίβεια, η Αίγυπτος του στρατηγού Σίσι. Το στρατιωτικό καθεστώς της Αιγύπτου, που κατέλαβε δια της ισχύος, αλλά και με τεράστια λαϊκή στήριξη, την εξουσία από τους Αδελφούς Μουσουλμάνους, είναι έντονα αντιτουρκικό, στηρίζεται από τη Ρωσία, αλλά και τις ΗΠΑ, ενώ είναι και η προτιμητέα επιλογή και για το Ισραήλ. Εκτός από το αντιτουρκικό μένος του καθεστώτος, η Αίγυπτος έχει επιλέξει να συμμετάσχει σε ένα πρόγραμμα συμμαχίας που περιλαμβάνει το Ισραήλ, την Κυπριακή Δημοκρατία και την Ελλάδα. Η εκκολαπτόμενη αυτή συμμαχία στοχεύει στην υπεράσπιση κοινών ενεργειακών συμφερόντων και έχει αντιτουρκικό χαρακτήρα.
Εν κατακλείδι, η αντιπαλότητα Ελλάδας και Κύπρου με την Τουρκία, έχει διεθνοποιηθεί και αυτό σημαίνει ότι, αν ξεσπάσει πολεμική αντιπαράθεση, έστω και περιορισμένη, ενδέχεται να επεκταθεί και να διαιωνιστεί. Δεδομένης της συμμετοχής της Ελλάδας και της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ, της παράλληλης αποδόμησης της ισχύος της Συμμαχίας και της έντασης στις σχέσεις της Δύσης με τη Ρωσία, η διαιώνιση αυτή μπορεί να προκαλέσει καταστρεπτικό πλήγμα στην αρχιτεκτονική ασφάλειας ολόκληρης της Ευρασίας και να οδηγηθούμε σε μία κατάσταση που όμοια δεν έχει υπάρξει από το 1914, με τη διαφορά ότι τότε δεν υπήρχαν πυρηνικά όπλα.
Η Τουρκία πιθανόν να ολισθήσει σε πολεμική αντιπαράθεση για λόγους γοήτρου
Μπορεί να σώσει την κατάσταση η Ρωσία;
Βέβαια, έχουν ακουστεί απόψεις ότι η Τουρκία δεν θέλει και δεν πρόκειται να κλιμακώσει την ένταση, ώστε να πάμε σε πολεμική αντιπαράθεση, ακριβώς γιατί φοβάται και η ίδια τις πιθανές συνέπειες λόγω της πολυπλοκότητας της κατάστασης που έχει δημιουργηθεί. Οι εκτιμήσεις αυτές, όμως, δεν λαμβάνουν υπόψιν τους το θέμα του γοήτρου του τουρκικού καθεστώτος. Το γόητρο είναι βασικό κομμάτι της υπαρξιακής ταυτότητας του καθεστώτος Ερντογάν και τείνει να μετατραπεί σε βασικό κομμάτι της ίδιας της Τουρκίας ως χώρας.
Έτσι, αν θεωρήσει ότι μπορεί να ταπεινωθεί στο ζήτημα της ΑΟΖ από την Ελλάδα, την Κύπρο και πολύ περισσότερο από το Ισραήλ, είναι πιθανόν να επιλέξει την κλιμάκωση, κρίνοντας ότι η ζημία στο γόητρό της είναι μη ανεκτή, αψηφώντας τους κινδύνους. Άρα, μπορεί να οδηγηθούμε σε ακραίες καταστάσεις, οι οποίες δεν συμφέρουν κανέναν και ιδιαίτερα τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Δυτική Ευρώπη.
Για τον λόγο αυτόν, άποψη της γράφοντος είναι ότι ένα σημαντικό κομμάτι της αμερικανικής εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής, αλλά και των ευρωπαϊκών χωρών, θα καλόβλεπαν την είσοδο της Ρωσίας σε αυτό το πρόπλασμα συμμαχίας που έχουν δημιουργήσει η Αίγυπτος, το Ισραήλ, η Κύπρος και η Ελλάδα, έτσι ώστε να αποκτήσει σοβαρή ικανότητα αποτροπής έναντι της Τουρκίας.
Σε αυτή την περίπτωση, δεδομένου ότι η Τουρκία αν φοβάται μία δύναμη στον κόσμο αυτή είναι η Ρωσία, θα σκεφτόταν πολύ περισσότερο ένα «απονενοημένο διάβημα». Άρα, θα εξασφαλιζόταν η σταθερότητα του ΝΑΤΟ και, κατά σχιζοφρενικά φαινομενικά τρόπο, θα εξασφαλιζόταν και η αποτροπή έναντι της Ρωσίας στην Ουκρανία και τον Βορρά της Ευρώπης δια της ρωσικής στρατιωτικής ισχύος στην Ανατολική Μεσόγειο.
Σε ευρύτερο γεωπολιτικό πλαίσιο, η ενίσχυση της ρωσικής επιρροής στην Ανατολική Μεσόγειο θα μπορούσε να αποτελέσει ένα είδος δικλείδας ασφαλείας, έτσι ώστε να μειωθεί η ένταση στην Κεντρική Ευρώπη.
Όλα τα παραπάνω είναι δεδομένο ότι σε κάποιους θα φαντάζουν παραλογισμοί. Όμως θα πρέπει να κατανοήσουμε πως βρισκόμαστε σε μία καινοφανή κατάσταση έντονη πολυπλοκότητας στο διεθνές σύστημα. Η δε Ελλάδα, η Κύπρος και η Τουρκία λειτουργούν μέσα σε ένα παγκοσμιοποιημένο γεωστρατηγικό μηχανισμό, οι δομές και λειτουργίες του οποίου υπερβαίνουν τα επιμέρους ελληνικά και τουρκικά μεγέθη.
Μέσα σε αυτή την σύνθετη παγκοσμιοποιημένη γεωπολιτική πραγματικότητα, αναπτύσσονται ταυτοχρόνως αντιπαλότητες αλλά και συνέργειες μεταξύ των ισχυρών δρώντων και, εν προκειμένω, μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας. Και για χώρες όπως η Ελλάδα είναι κρίσιμης σημασίας να εντοπίσει τις συνέργειες και να επενδύσει σε αυτές, ώστε να υπερασπίσει τα ζωτικά της συμφέροντα.
-Η Τουρκία μπορεί να οδηγηθεί σε πολεμική δράση μόνο και μόνο για λόγους γοήτρου.
-Ένας παράγοντας που μπορεί να την τιθασεύσει είναι πιθανώς η κάθοδος της Ρωσίας στην Ανατολική Μεσόγειο…
Γράφει ο δρ. Κωνσταντίνος Γρίβας
Η κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στο ελληνοτουρκικό σύστημα τον ...
τελευταίο καιρό είναι μοναδική στη σύγχρονη ελληνική ιστορία. Η ιδιαιτερότητά τα έγκειται στο ότι η ελληνοτουρκική αντιπαράθεση καθίσταται εξαιρετικά πολύπλοκη και περιλαμβάνει πλέον πολλούς δρώντες, επηρεάζοντας σημαντικά το διεθνές σύστημα.
Κατ’ αρχάς, μία ενδοΝΑΤΟϊκή σύγκρουση, όσο περιορισμένη κι αν είναι, θα προκαλούσε τρομακτικούς κραδασμούς στη συνοχή της Συμμαχίας κα ουσιαστικά θα την έθετε σε καθεστώς ανυπαρξίας, έστω και για ένα εξαιρετικά μικρό χρονικό διάστημα.
Συγκεκριμένα, μία σύγκρουση μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, για το διάστημα που θα βρισκόταν εν εξελίξει, θα περιόριζε μέχρι εξαλείψεως τη δυνατότητα του ΝΑΤΟ να παίρνει συλλογικές αποφάσεις και, κατά συνέπεια, θα μείωνε δραστικά την αποτρεπτική του ικανότητα. Δεδομένης της οξυμμένης κατάστασης που υπάρχει μεταξύ Δύσης και Ρωσίας, η οποία φαίνεται πως θα επιδεινωθεί στο άμεσο μέλλον, το γεγονός αυτό θα μπορούσε να έχει απρόσμενα μεγάλες συνέπειες.
Μεταξύ άλλων, αυτό το κενό στη δομή και λειτουργία του ΝΑΤΟ θα μπορούσε να προσφέρει στη Μόσχα ένα παράθυρο ευκαιρίας, έτσι ώστε να επέμβει στρατιωτικά στην Ανατολική Ουκρανία και να επιλύσει τη διαμάχη εκεί προς το συμφέρον των Ρώσων, φέρνοντας τη Δύση προ τετελεσμένων γεγονότων.
Και αν θα θέλαμε να αφήσουμε ελεύθερη τη σκέψη μας, παρόμοια επέμβαση θα μπορούσε να συμβεί στα πιο αδύνατα σημεία ακόμη και του ίδιου του ΝΑΤΟ, με προεξάρχουσες φυσικά τις Βαλτικές Δημοκρατίες, τη Λετονία, την Εσθονία και τη Λιθουανία. Φυσικά, το παράθυρο αυτό μπορεί να είναι εξαιρετικά μικρό. Μπορεί να μην ξεπερνά τις δύο ημέρες ή και λιγότερο. Όμως, ας αναρωτηθεί κανείς πόσες ώρες χρειάζεται ο ρωσικός στρατός ώστε να ξεκαθαρίσει τα πράγματα στην Ανατολική Ουκρανία ή να καταλάβει τις μικροσκοπικές Βαλτικές Δημοκρατίες. Ώρες και όχι μέρες…
Ακόμη κι αν κάτι τέτοιο δεν συμβεί και οι ρώσοι αγνοήσουν ή δεν προλάβουν να αξιοποιήσουν αυτό το παράθυρο ευκαιρίας, η μακροπρόθεσμη ζημιά που θα γίνει στο ΝΑΤΟ θα είναι επίσης σημαντική, μειώνοντας ακόμη περισσότερο την ήδη επικίνδυνα μειωμένη του αξιοπιστία και συνεπακόλουθη αποτρεπτική του ικανότητα. Πολύ απλά, πόσο σοβαρά θα μπορεί να παίρνει κανείς μία ήδη αποδυναμωμένη συμμαχία, της οποίας τα μέλη εμπλέκονται σε πολεμική αναμέτρηση μεταξύ τους;
Αδυναμία των ΗΠΑ να παρέμβουν
Εδώ, βέβαια, κάποιος τοπικός εκπρόσωπος του λατρευτικού αντι-αμερικανισμού, που κυριαρχεί στην ελληνική κοινωνία, θα έχει μάλλον ήδη έτοιμη την απάντηση ότι «δεν θα επιτρέψουν οι αμερικανοί μία ελληνοτουρκική αντιπαράθεση». Όμως, όσοι επιμένουν σε παρόμοιους αφορισμούς, ας μπουν στον κόπο να αναρωτηθούν τι ακριβώς θα μπορούσαν να πράξουν οι Ηνωμένες Πολιτείες για να αποτρέψουν παρόμοια εξέλιξη.
Ο γράφων έχει ακούσει κατά καιρούς διάφορες απόψεις και θεωρίες που υποστηρίζουν ότι οι αμερικανοί θα μπορούσαν ακόμη και να επιτεθούν στην Ελλάδα με στρατιωτικά μέσα αν δεν πειθαρχήσει στις εντολές τους. Δηλαδή, σύμφωνα με την άποψη αυτή, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα επιτεθούν στρατιωτικά σε μία συμμαχική χώρα και μέλος της Ε.Ε. και, κατά συνέπεια, θα τινάξουν ολοκληρωτικά στον αέρα τις δομές ασφάλειας του Δυτικού Κόσμου, του ίδιου του ΝΑΤΟ συμπεριλαμβανομένου, αφήνοντας απόλυτα πλέον ελεύθερους τους Ρώσους να αλωνίσουν στην Ευρώπη…
Ακόμη και ο γράφων, που δεν έχει και την καλύτερη αντίληψη όσον αφορά την αμερικανική στρατηγική σκέψη κα πιστεύει ακράδαντα ότι οι ΗΠΑ πάσχουν διαχρονικά από ένα είδος γεωπολιτικού κρετινισμού, δεν τους θεωρεί τόσο, μα τόσο, ανόητους.
Επίθεση στη Κύπρο σημαίνει και επίθεση εναντίον του Ισραήλ και της Αιγύπτου
Η κατάσταση στο ελληνοτουρκικό ζήτημα καθίσταται ακόμη πιο επικίνδυνη και ανεξέλεγκτη, ακριβώς γιατί στη δυναμική που έχει δημιουργηθεί εμπλέκονται και άλλα κράτη, εκτός ΝΑΤΟ, αλλά σημαντικά για την αρχιτεκτονική ασφάλειας της Δύσης. Το πρώτο από αυτά είναι, φυσικά, η Κυπριακή Δημοκρατία. Η τελευταία είναι μικρή, αλλά ιδιαίτερα σημαντική για την ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης στο μέλλον, για λόγους που ξεφεύγουν από το περιορισμένο πλαίσιο αυτού του κειμένου. Ας περιοριστούμε στο ότι είναι μια χώρα της Ε.Ε., η οποία ΕΕ έστω και με μεγάλη απροθυμία, θα αναγκαστεί να κάνει κάτι για να την καλύψει. Αν μη τι άλλο, θα εκδώσει κάποιο ψήφισμα και κάποια διαμαρτυρία.
Όμως, οι περισσότερες σημαντικές ευρωπαϊκές χώρες είναι και μέλη του ΝΑΤΟ, άρα η περιορισμένη και ανώδυνη ευρωτουρκική σύγκρουση που θα προκύψει ώστε να «στηριχθεί» η Κύπρος, περνώντας στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, μπορεί να μεταλλαχθεί σε έναν επικίνδυνο παράγοντα επιβράδυνσης της λειτουργίας της Συμμαχίας και, κατά συνέπεια, και μείωσης της αποτρεπτικής δράσης έναντι των Ρώσων στην Ουκρανία ή και αλλού.
Μετά είναι το ζήτημα του Ισραήλ. Το τελευταίο, σε αντίθεση με διάφορες υπεραισιόδοξες απόψεις στην Ελλάδα, δεν φαίνεται να επιζητεί μία όξυνση της αντιπαλότητάς του με την Τουρκία. Αντιθέτως, θα ήταν ευτυχές αν μπορούσε να επιστρέψει στις χρυσές ημέρες των τουρκο-ισραηλινών σχέσεων και, κατά την άποψη του γράφοντος, αν έβλεπε ότι υπάρχει πιθανότητα να συμβεί κάτι τέτοιο, δεν θα είχε τον παραμικρό δισταγμό να πετάξει στα σκουπίδια αυτό που με μεγάλη δόση υπερβολής αναφέρεται ως «ελληνο-ισραηλινή συμμαχία».
Από την άλλη, η Τουρκία του Ερντογάν φαίνεται πώς επιδιώκει να διατηρήσει μία αντιπαλότητα με το Ισραήλ ως οργανικό στοιχείο της εσωτερικής, αλλά και της εξωτερικής της πολιτικής. Επιπροσθέτως, το Ισραήλ έχει δημιουργήσει μία σύνθετη σχέση με την Κύπρο και δεν μπορεί να την αφήσει ακάλυπτη. Φυσικά, δεν μπορεί να κάνει και σπουδαία πράγματα για να την προστατεύσει, ακόμη και αν ήθελε. Όσοι επιμένουν να διατηρούν στο μυαλό τους την εικόνα του πανίσχυρου στρατιωτικά Ισραήλ, που μπορεί να εξαλείψει τις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις περίπου για πλάκα, καλά θα κάνουν να αναθεωρήσουν τις απόψεις τους.
Κατ’ αρχάς, οι ισραηλινές ένοπλες δυνάμεις δεν είναι αυτές που ήταν. Έχουν μετατραπεί σε ένα έντονα γραφειοκρατικό καιν προσεκτικό οργανισμό, έχοντας χάσει το πνεύμα του πρωτοπόρου και την τολμηρότητα των πρώτων δεκαετιών, που οδήγησαν στις μεγάλες νίκες στους αραβοϊσραηλινούς πολέμους. Το πιο πιθανόν είναι ότι σήμερα θα δίσταζαν πάρα πολύ να εμπλακούν σε πολεμική αντιπαράθεση με την Τουρκία. Το σημαντικότερο είναι, όμως, ότι η Τουρκία με το Ισραήλ δεν γειτνιάζουν γεωγραφικά. Το μικροσκοπικό ισραηλινό Ναυτικό ελάχιστα πράγματα μπορεί να κάνει για να προσφέρει κάλυψη στην Κύπρο, αλλά και η ισχυρή Ισραηλινή Αεροπορία θα επιχειρούσε με επιχειρησιακό μειονέκτημα εκεί, σε σύγκριση με την τουρκική, λόγω των αποστάσεων. Ο δε Ισραηλινός Στρατός Ξηράς απλά δεν μπορεί να συμμετάσχει.
Από την άλλη, το Τελ Αβίβ δεν μπορεί να αφήσει και ακάλυπτη την Κύπρο. Αφ’ ενός μεν, έχει δημιουργήσει μαζί της έναν ενιαίο γεωενεργειακό χώρο, η προσβολή του οποίου θα έθιγε ζωτικά Ισραηλινά συμφέροντα. Αφ’ ετέρου δε, είναι και το ζήτημα του γοήτρου. Το Ισραήλ δεν μπορεί να αφεθεί να ταπεινωθεί από κανέναν, ιδιαίτερα από μία χώρα σαν την Τουρκία, γιατί, σε αυτή την περίπτωση, πολλές άλλες χώρες της περιοχής, που σήμερα διατηρούν ένα δέος έναντι των Ισραηλινών πολεμικών ικανοτήτων, θα έμπαιναν σε πειρασμό να υιοθετήσουν και αυτές επιθετική πολιτική εναντίον του. Με άλλα λόγια, το γόητρο είναι σημαντικό μέρος της αποτρεπτικής στρατηγικής του Ισραήλ, και αυτό σημαίνει ότι κάτι θα πρέπει να κάνει ώστε να στηρίξει την Κύπρο σε περίπτωση τουρκικής πολεμικής δράσης εναντίον της.
Ακόμη, όμως, και αν η στήριξη αυτή περιοριζόταν σε συμβολικό επίπεδο, θα προκαλούσε μία εμπλοκή της ΝΑΤΟΪκής Τουρκίας με μία μη ΝΑΤΟϊκή χώρα, που έχει όμως ιδιαίτερη θέση στη δυτική γεωστρατηγική, ιδιαίτερα δε, σε αυτή των ΗΠΑ. Και τι θα έκανε τότε το ΝΑΤΟ; Η σκέψη ότι μπορεί το ΝΑΤΟ γενικώς και οι Ηνωμένες Πολιτείες ειδικότερα, να στραφούν εναντίον του Ισραήλ για χάρη της Τουρκίας, είναι πολύ τολμηρή για να έχει σχέση με την πραγματικότητα. Στην πραγματικότητα θα είχαμε μάλλον μία αμήχανη αδράνεια. Αυτό σημαίνει ότι, σε παρόμοια περίπτωση, η δομή του ΝΑΤΟ θα υφίστατο ένα ακόμη πλήγμα, χωρίς πλέον να είμαστε σίγουροι ότι αυτό θα μπορούσε να περιοριστεί χρονικά και δεν θα οδηγούσε σε παρατεταμένη δυσλειτουργία της αποτρεπτικής του ικανότητας έναντι της Ρωσίας. Και αυτό, τη στιγμή που η ένταση μεταξύ Δύσης και Ρωσίας αυξάνει συνεχώς.
Και, φυσικά, δεν είναι μόνο το Ισραήλ. Είναι και η Αίγυπτος. Και για την ακρίβεια, η Αίγυπτος του στρατηγού Σίσι. Το στρατιωτικό καθεστώς της Αιγύπτου, που κατέλαβε δια της ισχύος, αλλά και με τεράστια λαϊκή στήριξη, την εξουσία από τους Αδελφούς Μουσουλμάνους, είναι έντονα αντιτουρκικό, στηρίζεται από τη Ρωσία, αλλά και τις ΗΠΑ, ενώ είναι και η προτιμητέα επιλογή και για το Ισραήλ. Εκτός από το αντιτουρκικό μένος του καθεστώτος, η Αίγυπτος έχει επιλέξει να συμμετάσχει σε ένα πρόγραμμα συμμαχίας που περιλαμβάνει το Ισραήλ, την Κυπριακή Δημοκρατία και την Ελλάδα. Η εκκολαπτόμενη αυτή συμμαχία στοχεύει στην υπεράσπιση κοινών ενεργειακών συμφερόντων και έχει αντιτουρκικό χαρακτήρα.
Εν κατακλείδι, η αντιπαλότητα Ελλάδας και Κύπρου με την Τουρκία, έχει διεθνοποιηθεί και αυτό σημαίνει ότι, αν ξεσπάσει πολεμική αντιπαράθεση, έστω και περιορισμένη, ενδέχεται να επεκταθεί και να διαιωνιστεί. Δεδομένης της συμμετοχής της Ελλάδας και της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ, της παράλληλης αποδόμησης της ισχύος της Συμμαχίας και της έντασης στις σχέσεις της Δύσης με τη Ρωσία, η διαιώνιση αυτή μπορεί να προκαλέσει καταστρεπτικό πλήγμα στην αρχιτεκτονική ασφάλειας ολόκληρης της Ευρασίας και να οδηγηθούμε σε μία κατάσταση που όμοια δεν έχει υπάρξει από το 1914, με τη διαφορά ότι τότε δεν υπήρχαν πυρηνικά όπλα.
Η Τουρκία πιθανόν να ολισθήσει σε πολεμική αντιπαράθεση για λόγους γοήτρου
Μπορεί να σώσει την κατάσταση η Ρωσία;
Βέβαια, έχουν ακουστεί απόψεις ότι η Τουρκία δεν θέλει και δεν πρόκειται να κλιμακώσει την ένταση, ώστε να πάμε σε πολεμική αντιπαράθεση, ακριβώς γιατί φοβάται και η ίδια τις πιθανές συνέπειες λόγω της πολυπλοκότητας της κατάστασης που έχει δημιουργηθεί. Οι εκτιμήσεις αυτές, όμως, δεν λαμβάνουν υπόψιν τους το θέμα του γοήτρου του τουρκικού καθεστώτος. Το γόητρο είναι βασικό κομμάτι της υπαρξιακής ταυτότητας του καθεστώτος Ερντογάν και τείνει να μετατραπεί σε βασικό κομμάτι της ίδιας της Τουρκίας ως χώρας.
Έτσι, αν θεωρήσει ότι μπορεί να ταπεινωθεί στο ζήτημα της ΑΟΖ από την Ελλάδα, την Κύπρο και πολύ περισσότερο από το Ισραήλ, είναι πιθανόν να επιλέξει την κλιμάκωση, κρίνοντας ότι η ζημία στο γόητρό της είναι μη ανεκτή, αψηφώντας τους κινδύνους. Άρα, μπορεί να οδηγηθούμε σε ακραίες καταστάσεις, οι οποίες δεν συμφέρουν κανέναν και ιδιαίτερα τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Δυτική Ευρώπη.
Για τον λόγο αυτόν, άποψη της γράφοντος είναι ότι ένα σημαντικό κομμάτι της αμερικανικής εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής, αλλά και των ευρωπαϊκών χωρών, θα καλόβλεπαν την είσοδο της Ρωσίας σε αυτό το πρόπλασμα συμμαχίας που έχουν δημιουργήσει η Αίγυπτος, το Ισραήλ, η Κύπρος και η Ελλάδα, έτσι ώστε να αποκτήσει σοβαρή ικανότητα αποτροπής έναντι της Τουρκίας.
Σε αυτή την περίπτωση, δεδομένου ότι η Τουρκία αν φοβάται μία δύναμη στον κόσμο αυτή είναι η Ρωσία, θα σκεφτόταν πολύ περισσότερο ένα «απονενοημένο διάβημα». Άρα, θα εξασφαλιζόταν η σταθερότητα του ΝΑΤΟ και, κατά σχιζοφρενικά φαινομενικά τρόπο, θα εξασφαλιζόταν και η αποτροπή έναντι της Ρωσίας στην Ουκρανία και τον Βορρά της Ευρώπης δια της ρωσικής στρατιωτικής ισχύος στην Ανατολική Μεσόγειο.
Σε ευρύτερο γεωπολιτικό πλαίσιο, η ενίσχυση της ρωσικής επιρροής στην Ανατολική Μεσόγειο θα μπορούσε να αποτελέσει ένα είδος δικλείδας ασφαλείας, έτσι ώστε να μειωθεί η ένταση στην Κεντρική Ευρώπη.
Όλα τα παραπάνω είναι δεδομένο ότι σε κάποιους θα φαντάζουν παραλογισμοί. Όμως θα πρέπει να κατανοήσουμε πως βρισκόμαστε σε μία καινοφανή κατάσταση έντονη πολυπλοκότητας στο διεθνές σύστημα. Η δε Ελλάδα, η Κύπρος και η Τουρκία λειτουργούν μέσα σε ένα παγκοσμιοποιημένο γεωστρατηγικό μηχανισμό, οι δομές και λειτουργίες του οποίου υπερβαίνουν τα επιμέρους ελληνικά και τουρκικά μεγέθη.
Μέσα σε αυτή την σύνθετη παγκοσμιοποιημένη γεωπολιτική πραγματικότητα, αναπτύσσονται ταυτοχρόνως αντιπαλότητες αλλά και συνέργειες μεταξύ των ισχυρών δρώντων και, εν προκειμένω, μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας. Και για χώρες όπως η Ελλάδα είναι κρίσιμης σημασίας να εντοπίσει τις συνέργειες και να επενδύσει σε αυτές, ώστε να υπερασπίσει τα ζωτικά της συμφέροντα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου