Ο ΔΡΑΓΟΥΜΑΝΟΣ αναδημοσιεύει ένα εξαιρετικά σημαντικό κείμενο, που αφήνει υπόνοιες για τουρκικές κινήσεις αμφισβήτησεις όχι μόνο των γρκίζων ζωνών στο Αιγαίο κι αλλαχού αλλά και της ΑΟΖ και της Ελληνικής υφαλοκρηπίδας. Η παρέμβαση, και μόνο αυτή, του ΥΠΕΞ στο Διεθνές Δικαστήριο, θα έπρεπε ήδη να αποτελεί μέρος της πολιτικής θέσης των κομμάτων στις εκλογές καθώς, έχει σχέση με τη γενικότερη θέση της χώρας. Ακολουθεί το κείμενο:
Σύμφωνα με επίσημες δηλώσεις που κατατέθηκαν στη Γραμματεία των Ηνωμένων Εθνών στις 14 και 16 Ιανουαρίου 2015, η Ελλάδα αίρει την υποχρεωτική δικαιοδοσία του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης και του Διεθνούς Δικαστηρίου για το Δίκαιο της Θάλασσας αντίστοιχα, σε ό,τι αφορά υποθέσεις γκρίζων ζωνών κυριαρχίας.
Ως γνωστό, το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης έχει δικαιοδοσία να εκδικάσει μια νομική διαφορά μόνο εφόσον τα διάδικα κράτη έχουν εκδηλώσει εκ των προτέρων τη συγκατάθεσή τους. Η συγκατάθεση αυτή εκδηλώνεται με τρεις ουσιαστικά τρόπους (βλ. άρθρο 36 του Καταστατικού του Διεθνούς Δικαστηρίου): Με την υπογραφή μιας “ειδικής σύμβασης”, γνωστής και ως “συνυποσχετικό”, με μια δήλωση αποδοχής της ρήτρας υποχρεωτικής δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου (αρ. 36 παρ. 2 του Καταστατικού), είτε μέσω της υπογραφής μιας άλλης Συνθήκης που περιλαμβάνει ρήτρα αποδοχής του Διεθνούς Δικαστηρίου Δικαιοσύνης ως δικαιοδοτικού οργάνου για την επίλυση των διαφορών που προκύπτουν από αυτή τη Συνθήκη.
Στις 10 Ιανουαρίου 1994, ο τότε Υπουργός Εξωτερικών Κάρολος Παπούλιας υπέγραψε για λογαριασμό της Ελλάδας τη ρήτρα του άρθρου 36 παρ. 2 του Καταστατικού του Διεθνούς Δικαστηρίου, με μόνη επιφύλαξη διαφορές που αφορούν σε “στρατιωτικά μέτρα αμυντικού χαρακτήρα για λόγους εθνικής ασφαλείας”, παραπέμποντας πρακτικά σε ζητήματα ασφαλείας των νήσων του Ανατολικού Αιγαίου.
Το πλήρες κείμενο της δήλωσης του 1994 είχε ως εξής:
“I declare, on behalf of the Greek Government, that I recognize as compulsory ipso facto and without special agreement, on condition of reciprocity, in relation to any other State accepting the same obligation, the jurisdiction of the International Court of Justice in all legal disputes referred to in Article 36, paragraph 2, of the Statute of the Court. However, the Greek Government excludes from the competence of the Court any dispute relating to defensive military action taken by the Hellenic Republic for reasons of national defence. This declaration shall remain in force for a period of five years. Upon the expiry of that period, it shall continue to have effect until notice of its termination is given.”
Κάνοντας χρήση του δικαιώματος ανάκλησης της δήλωσης αυτής, η ελληνική κυβέρνηση, με υπογραφή του Υπουργού Εξωτερικών Ευάγγελου Βενιζέλου, κοινοποίησε στις 14 Ιανουαρίου 2015 στο Γενικό Γραμματέα και τα μέλη των Ηνωμένων Εθνών τα ακόλουθα:
“Declaration by Greece under Article 36, paragraph 2, of the Statute of the International Court of Justice Whereas the Government of the Hellenic Republic made a Declaration under paragraph 2 of Article 36 of the Statute of the International Court of Justice on the tenth day of January one thousand ninety four, in force for a period of five years and effective thereafter until such time as notice may be given to terminate that Declaration.
The Government of the Hellenic Republic having considered the said Declaration, hereby gives notice effective immediately of the withdrawal of that Declaration and replaces the same with the following Declaration:
I have the honour to declare, on behalf of the Government of the Hellenic Republic, that I recognize as compulsory ipso facto and without special agreement, in relation to any other State accepting the same obligation, that is on condition of reciprocity, the jurisdiction of the International Court of Justice with respect to all legal disputes referred to in Article 36, paragraph 2, of the Statute of the Court, with the exception of:
a) any dispute relating to military activities and measures taken by the Hellenic Republic for the protection of its sovereignty and territorial integrity, for national defense (sic) purposes, as well as for the protection of its national security;
b) any dispute concerning State boundaries or sovereignty over the territory of the Hellenic Republic, including any dispute over the breadth and limits of its territorial sea and its airspace;
c) any dispute in respect of which any other party to the dispute has accepted the compulsory jurisdiction of the Court only in relation to or for the purpose of that dispute; or where the acceptance of the Court’s compulsory jurisdiction on behalf of any other party to the dispute was deposited or ratified less than twelve months prior to the filing of the application bringing the dispute before the Court.
The Government of the Hellenic Republic may however submit before the Court any dispute, which is hereby exempted, through the negotiation of a special agreement (compromis).
The Government of the Hellenic Republic further reserves the right at any time, by means of a notification addressed to the Secretary-General of the United Nations, and with effect as from the moment of such notification, to add to, amend or withdraw this Declaration.“
Γίνεται αντιληπτό ότι η ελληνική επιφύλαξη επεκτείνεται σημαντικά. Αποκλείονται πλέον από την υποχρωτική δικαιοδοσία του Διεθνούς Δικαστηρίου διαφορές που αφορούν στα “σύνορα ή την κυριαρχία της Ελληνικής Δημοκρατίας, περιλαμβανομένης κάθε διαφοράς επί του εύρους και των ορίων των χωρικών υδάτων και του εναέριου χώρου αυτής”. Φαίνεται πως η Ελλάδα εξακολουθεί να δέχεται την υποχρεωτική δικαιοδοσία του Διεθνούς Δικαστηρίου για διαφορές που αφορούν σε ζώνες όπου δυνητικά ασκεί κυριαρχικά δικαιώματα κι όχι κυριαρχία, όπως η υφαλοκρηπίδα και η ΑΟΖ.
Αποκλείονται ωστόσο λοιπές περιπτώσεις, όπως η ύπαρξη γκρίζων ζωνών, η επέκταση των χωρικών υδάτων και το εύρος του εναέριου χώρου. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι το Διεθνές Δικαστήριο θα είναι πλέον αναρμόδιο να εκδικάσει σχετικές υποθέσεις σε περίπτωση που η Τουρκία ή άλλο κράτος προσφύγει μονομερώς.
Παρατηρεί κανείς επίσης την αφαίρεση του όρου “αμυντική” που στη δήλωση του 1994 προσδιόριζε τη φράση “στρατιωτική δράση”, ή τα “στρατιωτικά μέτρα” όπως αναφερόταν στο πρωτότυπο γαλλικό κείμενο της ελληνικής δήλωσης. Διατηρείται ωστόσο η επεξήγηση “για λόγους εθνικής άμυνας” και προστίθεται η φράση “για την προστασία της κυριαρχίας κι εδαφικής ακεραιότητας”, “καθώς και για την προστασία της εθνικής ασφάλειας”.
Τέλος, η νέα ελληνική δήλωση, όπως και η παλαιότερη, εξαρτά τη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου από την αρχή της αμοιβαιότητας. Θα πρέπει δηλαδή και η άλλη πλευρά να έχει αποδεχθεί τη ρήτρα υποχρεωτικής δικαιοδοσίας. Στη νέα δήλωση ωστόσο εξαιρούνται επιπροσθέτως ρητά οι περιπτώσεις αποδοχής από τον διάδικο της υποχρεωτικής δικαιοδοσίας μόνο επί τούτου ή σε χρόνο μικρότερο των δώδεκα μηνών από την κατάθεση της προσφυγής. Γνωρίζει κάτι η ελληνική κυβέρνηση για τις προθέσεις των γειτόνων;
Όπως προαναφέρθηκε, η συναίνεση για την εκδίκαση μιας διαφοράς ενώπιον του Δικαστηρίου της Χάγης εκδηλώνεται και μέσω της ύπαρξης σχετικής ρήτρας σε μια άλλη Συνθήκη στην οποία είναι μέρη οι διάδικοι. Τέτοια είναι η ρήτρα του άρθρου 287 της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας. Κατά το δικαίωμα που της έδινε το ανωτέρω άρθρο, η Ελληνική Δημοκρατία, με την επικύρωση της Σύμβασης το 1995, είχε προβεί στην ακόλουθη δήλωση:
“Pursuant to article 287 of the United Nations Convention on the Law of the Sea, the Government of the Hellenic Republic hereby chooses the International Tribunal for the Law of the Sea established in accordance with Annex VI to the Convention as the means for the settlement of disputes concerning the interpretation or application of the Convention.”
Δηλαδή η Ελλάδα επέλεξε ως δικαιοδοτικό όργανο επίλυσης των διαφορών της, που ανακύπτουν αναφορικά με ζητήματα δικαίου της θάλασσας, το Διεθνές Δικαστήριο για το Δίκαιο της Θάλασσας που εδρεύει στο Αμβούργο κι όχι το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Σύμφωνα με τον Καθηγητή Στέλιο Περράκη, “μετά την κρίση στα Ίμια επανήλθαμε στην προηγούμενη γραμμή προσβλέποντας στο δικαιοδοτικό όργανο της Χάγης”. Δεν κατόρθωσα ωστόσο να εντοπίσω κάποιο επίσημο κείμενο της τροποποίησης της ελληνικής δήλωσης.
Σε κάθε περίπτωση, η ελληνική κυβέρνηση, με ένα δεύτερο έγγραφο που κατατέθηκε στις 16 Ιανουαρίου 2015 στη Γενική Γραμματεία των Ηνωμένων Εθνών, ξεκαθαρίζει:
“Pursuant to article 298, paragraph 1, of the United Nations Convention on the Law of the Sea, the Hellenic Republic declares that it does not accept any of the procedures provided for in Part XV, section 2, with respect to the following disputes:
a) Disputes concerning the interpretation or application of articles 15, 74 and 83 relating to sea boundary delimitations, or those involving historic bays or titles;
b) Disputes concerning military activities, including military activities by government vessels and aircraft engaged in non-commercial service, and disputes concerning law enforcement activities in regard to the exercise of sovereign rights or jurisdiction excluded from the jurisdiction of a court or tribunal under article 297, paragraph 2 or 3;
c) Disputes in respect of which the Security Council of the United Nations is exercising the functions assigned to it by the Charter of the United Nations, unless the Security Council decides to remove the matter from its agenda or calls upon the parties to settle it by the means provided for in this Convention”.
Με άλλα λόγια, η Ελλάδα καθιστά σαφές ότι η ρήτρα υποχρεωτικής δικαιοδοσίας της Νέας Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας δεν δεσμεύει την Ελλάδα όσον αφορά σε διαφορές που έχουν να κάνουν με την οριοθέτηση της χωρικής θάλασσας (αρ.15), με την οριοθέτηση της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (αρ.74), την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας (αρ.83) ή με ιστορικούς κόλπους και τίτλους.
Εξάλλου, η Ελληνική Δημοκρατία δεν αναγνωρίζει την υποχρεωτική δικαιοδοσία των οργάνων που αναφέρονται στο δεύτερο τμήμα του κεφαλαίου XV της Σύμβασης (Χάγη, Αμβούργο, Διαιτησία), σχετικά με διαφορές των οποίων έχει επιληφθεί το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ. Ίσως ακόμα σημαντικότερη είναι η ρητή χρήση των εξαιρέσεων που προβλέπονται από το άρθρο 297, δηλαδή οι σχετικές με την άσκηση κυριαρχικών δικαιωμάτων ως προς τις θαλάσσιες επιστημονικές έρευνες (παρ.2) ή ως προς τους ζωντανούς πόρους της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (παρ.3).
Ομολογώ ότι η σπουδή να μοιραστώ τα νέα με τους αναγνώστες του ιστολογίου του διεθνούς δικαίου δεν μου επιτρέπει μια εκτενέστερη ανάλυση τη δεδομένη στιγμή. Άλλωστε, μεταξύ τους συγκαταλέγονται διακεκριμένοι καθηγητές και διπλωμάτες, καθώς κι αφοσιωμένοι μελετητές του διεθνούς δικαίου και της εξωτερικής πολιτικής, των οποίων το σχολιασμό αναμένω με ιδιαίτερο ενδιαφέρον κι ανυπομονησία.