Aπoρρίφθηκε το σύστημα CCIAS...
Του Μάνου Ηλιάδη
Με μια απόφαση-σκάνδαλο, το ΓΕΑ απέρριψε την υλοποίηση ενός εγκεκριμένου ήδη από τη στρατιωτική ηγεσία ελληνικής αναπτύξεως και χαμηλού κόστους αμυντικού συστήματος, το οποίο θεραπεύει τη μεγαλύτερη, αν όχι και τη μοναδική, απειλή την οποία αντιμετωπίζει η Ελλάδα από την Τουρκία, και συγκεκριμένως την απειλή που θα θέτουν σύντομα τα τουρκικά αεροσκάφη Stealth F-35 (τα πρώτα παραλαμβάνονται σε λιγότερο από δύο χρόνια), τα ήδη υπάρχοντα στο τουρκικό οπλοστάσιο χαμηλής ορατότητας μη επανδρωμένα αεροσκάφη HARPY και τα τουρκικής κατασκευής κατευθυνόμενα βλήματα μεγάλου βεληνεκούς. Πρόκειται για μια τερατώδη απόφαση για την οποία, σε περίπτωση μιας απεφευκτέας ελληνοτουρκικής συρράξεως και του βέβαιου αρνητικού για την Ελλάδα αποτελέσματος, αυτοί που την έλαβαν σίγουρα θα πρέπει να λογοδοτήσουν σε ειδικό δικαστήριο.
Για να γίνει αντιληπτή η έκταση της απαράδεκτης φύσεως της παραπάνω αποφάσεως, αρκεί να αναφερθούν εν συντομία ορισμένες μόνο βασικές παρατηρήσεις που αφορούν τον σύγχρονο πόλεμο. Πρώτον, ασχέτως της ισχύος μιας χώρας στη θάλασσα και στην ξηρά, ο πόλεμος κρίνεται αποκλειστικώς στον αέρα. Δεύτερον, όλοι οι τελευταίοι πόλεμοι κατέδειξαν ότι, για την επιτυχή έκβαση μιας στρατιωτικής επιχειρήσεως, απαραίτητη προϋπόθεση είναι η καταστολή της εχθρικής αεράμυνας, των δικτύων εγκαίρου προειδοποιήσεως, σταθμών διοικήσεως και ελέγχου κ.λπ. Τρίτον, για την καταστροφή των ανωτέρω χρησιμοποιούνται μέσα μη δυνάμενα να αντιμετωπισθούν από μια χώρα με συμβατικά αμυντικά συστήματα, λόγω αδυναμίας εντοπισμού τους από τα συμβατικά ραντάρ, δεδομένου ότι η απειλή τίθεται από βλήματα μακρού βεληνεκούς (κυρίως Tomahawk στην περίπτωση των Αμερικανών) και χαμηλής διακριτικότητας (Low observability) μη επανδρωμένα αεροσκάφη (UAV) και αεροσκάφη τεχνολογίας Stealth (π.χ. F-35), όλα φυσικά σε συνδυασμό με άλλα μέσα ηλεκτρονικού πολέμου.Με μια απόφαση-σκάνδαλο, το ΓΕΑ απέρριψε την υλοποίηση ενός εγκεκριμένου ήδη από τη στρατιωτική ηγεσία ελληνικής αναπτύξεως και χαμηλού κόστους αμυντικού συστήματος, το οποίο θεραπεύει τη μεγαλύτερη, αν όχι και τη μοναδική, απειλή την οποία αντιμετωπίζει η Ελλάδα από την Τουρκία, και συγκεκριμένως την απειλή που θα θέτουν σύντομα τα τουρκικά αεροσκάφη Stealth F-35 (τα πρώτα παραλαμβάνονται σε λιγότερο από δύο χρόνια), τα ήδη υπάρχοντα στο τουρκικό οπλοστάσιο χαμηλής ορατότητας μη επανδρωμένα αεροσκάφη HARPY και τα τουρκικής κατασκευής κατευθυνόμενα βλήματα μεγάλου βεληνεκούς. Πρόκειται για μια τερατώδη απόφαση για την οποία, σε περίπτωση μιας απεφευκτέας ελληνοτουρκικής συρράξεως και του βέβαιου αρνητικού για την Ελλάδα αποτελέσματος, αυτοί που την έλαβαν σίγουρα θα πρέπει να λογοδοτήσουν σε ειδικό δικαστήριο.
Από τα παραπάνω μέσα, η Τουρκία διαθέτει ήδη τα προαναφερθέντα UAV καταστολής εχθρικής αεράμυνας HARPY, πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς, μία σειρά όπλων μακρού πλήγματος (stand-off weapons), με τα οποία είναι δυνατόν η καταστροφή στόχων από απόσταση ασφαλείας (εκτός βεληνεκούς της αντίπαλης αντιαεροπορικής άμυνας) και ως προανεφέρθη θα έχει σύντομα (από το 2015) και τα αεροσκάφη τεχνολογίας Stealth (F-35). Το αν σκοπεύει να τα χρησιμοποιήσει προκύπτει από δύο ασκήσεις που έγιναν μία το 2010 (κατά τη διάρκεια της ασκήσεως «Αnatolian Eagle») και Pence-2013, στις οποίες κατεστράφησαν ισάριθμοι σταθμοί ραντάρ από τα HARPY.
H απόκτηση των HARPY από την Τουρκία (104 συνολικά συστήματα) απασχόλησε και απασχολεί ακόμη σοβαρότατα την Π.Α. από το 2002, που έγινε γνωστή η παραλαβή τους από την Τουρκία, χωρίς να βρεθεί ουσιαστικά λύση (υπάρχει περιορισμένης αποτελεσματικότητας παραπλάνησή τους μέσω ψευδών σταθμών εκπομπής ακτινοβολίας ραντάρ). Ο λόγος, απλός: Τα ΗΑRPY, που έχουν αναπτυχθεί ειδικά για την καταστροφή ραντάρ (εγκαίρου προειδοποιήσεως, πλοίων, πυραυλικών αντιαεροπορικών συστημάτων που χρησιμοποιούν ραντάρ), παρουσιάζουν τις ίδιες δυσκολίες στην αντιμετώπισή τους, όπως και οι γνωστοί πύραυλοι αντι-ραντάρ (π.χ., ΗΑRM-High Antiaradiation Missile). Και τούτο διότι, επειδή τα συστήματα αυτά έχουν παθητικό σύστημα καθοδηγήσεως -δεν εκπέμπουν κάποια ακτινοβολία ώστε να είναι δυνατή η παρεμβολή τους-, αλλά έλκονται από την ακτινοβολία του εχθρικού ραντάρ, αφήνουν στον αντίπαλο μόνο δύο επιλογές: ή να συνεχίσει να λειτουργεί το ραντάρ, με αποτέλεσμα να καταστραφεί, ή να σταματήσει, με αποτέλεσμα ο αντίπαλος να μην έχει εικόνα. Για τις δυνατότητες αεροσκαφών τεχνολογίας Stealth, όπως τα F-35, δεν χρειάζεται να γίνει ειδική αναφορά εδώ. Αρκεί να αναφερθεί ότι για την αντιμετώπιση των τουρκικών F-35 η Π.Α. είχε εκπονήσει συγκεκριμένο πρόγραμμα αποκτήσεως σύγχρονων αεροσκαφών, το οποίο φυσικά δεν υλοποιήθηκε με ευθύνη της πολιτικής ηγεσίας.
Η εισαγωγή αεροσκαφών τεχνολογίας Stealth, πολλαπλώς διαφημισθέντων και ως «αόρατων», ή συστημάτων χαμηλής παρατηρησιμότητας όπως τα HARPY, με χρήση συνθετικών υλικών, ειδικών βαφών κ.ά. για μείωση του ίχνους τους από εχθρικά ραντάρ, καθώς και άλλων συστημάτων, επέφερε μια πραγματική επανάσταση στον σύγχρονο πόλεμο, και τούτο για ευνόητους λόγους: Γιατί, για να καταστραφεί μια απειλή αυτής της μορφής, θα πρέπει να εντοπισθεί από τα ραντάρ, πράγμα σχεδόν αδύνατο από τα συμβατικής τεχνολογίας ραντάρ. Τούτο οδήγησε στην εντατική έρευνα, με αποτέλεσμα να εμφανισθούν τα πρώτα παθητικά συστήματα εντοπισμού στόχων, όπως το τσεχικόVERA-E και το ουκρανικό Kolchuga. H εταιρία που κατασκεύαζε το πρώτο αγοράσθηκε σχεδόν αμέσως από αμερικανική εταιρία (για ευνόητους λόγους), ενώ αυτό της εταιρίας που κατασκευάζει το Kolchuga επιδείχθηκε προ ετών στην Ελλάδα, αλλά εγκαταλείφθηκε λόγω κόστους, δεδομένου ότι κάθε σύστημα κόστιζε περί τα 50.000.000 ευρώ και η ανάγκη καλύψεως του ελληνικού χώρου (35-40 συστήματα) ανέβαζε το κόστος σε απαγορευτικά επίπεδα (της τάξεως των 2 δισ. περίπου). Σημ.: υπάρχουν ακόμη δύο συστήματα, το αμερικανικό Silent Sentry και το γαλλικό Ηοmeland Alerter 100, με τα συστήματα αυτά να παρουσιάζουν συγκριτικά μειονεκτήματα και πλεονεκτήματα έναντι των πρώτων δύο,
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου